-
1 предприятие
η επιχείρησ/η, το εργοστάσιοубыточное - ασύμφορη -, μη επικερδής -Русско-греческий словарь научных и технических терминов > предприятие
-
2 обратный
επ.αντίστροφος, αντίθετος• της επιστροφής, της επανόδου•обратный путь επάνοδος, επιστροφή•
на -ом пути στην επάνοδο, στην επιστροφή, στο γύρισμα•
в -ом направлении σε αντίθετη κατεύθυνση•
-ое движение воды παλίρροια•
-ое движение αντίθετη κίνηση•
обратный ход αντίθετη φορά•
-ая сторона η αντίθετη(η άλλη) πλευρά, η ανάποδη•
-ая пропорциональность αντίστροφη αναλογία.
εκφρ.обратный адрес – η διεύθυνση του αποστολέα•обратный билет – εισιτήριο με επιστροφή (αλερετούρ)•- ая сила закона – αναδρομική ισχύς του νόμου.
См. также в других словарях:
Государственный Совет (Греция) — Государственный совет Греции Συμβούλιο της Επικρατείας Вид административный суд Инстанция суд высшей инстанции Юрисдикция … Википедия